top of page
Αναζήτηση
  • Δέσποινα Λιμνιωτάκη, Ψυχολόγος MSc

Παιδική κακοποίηση: αλήθειες-μύθοι-πραγματικότητα

Τι σημαίνει παιδική κακοποίηση

Ο όρος «παιδική κακοποίηση» (child abuse) αξιολογείται συνήθως σε σχέση με τις επιπλοκές για την μετέπειτα ανάπτυξη των παιδιών και των εφήβων και πολλοί ερευνητές θεωρούν ότι οδηγεί σε σύνδρομο μετατραυματικού στρες, αφενός επειδή τα συμπτώματα που κάνουν την εμφάνισή τους μετά από το γεγονός της κακοποίησης παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με αυτά μιας αγχώδους διαταραχής, αφετέρου επειδή τα συμπτώματα μπορεί να έχουν την ίδια ένταση με αυτά που βιώνει και ένας ενήλικας, να είναι δηλαδή το ίδιο βασανιστικά και επίμονα τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες. Η κλινική εικόνα της σωματικής κακοποίησης σκιαγραφείται με πληγές ιδιαίτερα σε μη-κινητά μέρη του σώματος όπου ένας απλός, τυχαίος τραυματισμός δεν θα ήταν τόσο δυνατός. Μερικά παραδείγματα αφορούν σε μελανιές στο σώμα ή τον λαιμό μετά από σφίξιμο με τα χέρια, σπασίματα σε κόκαλα και κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις: τα βρέφη ή τα μικρά παιδιά μπορεί να σπρωχτούν με βία στο πάτωμα ή απέναντι σε έναν τοίχο διατρέχοντας τον άμεσο κίνδυνο να σκοτωθούν ή να πέσουν σε κώμα μετά από δημιουργία αιματώματος κοντά στον εγκέφαλο. Επίσης, μπορεί να προκληθεί ρήξη σε όργανα ή να παρουσιαστούν εκδορές, ουλές ή μώλωπες από κακομεταχείριση και βίαιη συμπεριφορά. Η παραμέληση βρεφών και μικρών παιδιών μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά ατυχήματα, μολύνσεις ή ασιτία. Τέλος, η σεξουαλική παραβίαση ή αιμομιξία που αρκετές φορές επαναλαμβάνεται πίσω από κλειστές πόρτες για μεγάλο διάστημα προτού αποκαλυφθεί, αφήνει ανεξίτηλα τα σημάδια της όχι μόνο στο σώμα αλλά πολύ περισσότερο στην παιδική ψυχή.


Τι θεωρείται κακοποίηση;

Οι περιπτώσεις κακοποίησης και αμέλειας που αντιμετωπίζουν τα περισσότερα παιδιά στατιστικά προέρχονται σε ένα μεγάλο ποσοστό από τους ίδιους τους γονείς/ φροντιστές. Αυτές οι περιπτώσεις κυμαίνονται από συναισθηματική βία, παραμέληση της υγιεινής του σώματος (ιδιαίτερα σε βρέφη που χρησιμοποιούν πάνες), αποχή από το σχολείο εν γνώσει των γονιών, παρορμητική σεξουαλική συμπεριφορά ανάμεσα στους γονείς με θεατές τα παιδιά μέχρι εξάρτηση των γονιών από ουσίες κ.α. Το εύρος περιπτώσεων που περιλαμβάνει αρκετά ακόμα παραδείγματα κάνει πολλούς να αναρωτηθούν για τους περιορισμούς της γονικής εξουσίας σε σχέση με τις παραμέτρους της παιδικής κακοποίησης, ένα θέμα που διχάζει τους μελετητές αφού αγγίζει τον πυρήνα του ποια θεωρείται στις σύγχρονες κοινωνίες ως αποδεκτή ανατροφή παιδιού από τους γονείς. Το να ανακαλύψει κάποιος ή να καταγγείλει αυτό που συμβαίνει σε ένα σπίτι ή ακόμα και να πιστέψει ότι κάποιοι γονείς μπορεί εσκεμμένα να στραφούν εναντίον των ίδιων τους των παιδιών, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Αυτοί οι γονείς που αποδεικνύονται βασανιστές μπορεί να είναι ανώριμοι συναισθηματικά, επιθετικοί, διαταραγμένοι ή απλώς απελπισμένοι. Μπορεί να εμφανίζουν ένα πλήθος συναισθηματικών διαταραχών όμοια με εκείνα που παρατηρούνται ανάμεσα στον κλινικό πληθυσμό – υστερία, ψύχωση, ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση, αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη, σχιζοειδή ψύχωση, σχιζοφρένεια κ.λ.π. Ομοίως, οι ειδικοί της ψυχικής υγείας έχουν να αντιμετωπίσουν όλα τα είδη οικογένειας: από την πυρηνική οικογένεια μέχρι μονογονεϊκές οικογένειες, πατριούς ή μητριές, ανάδοχους γονείς κ.λ.π. Τα κακοποιημένα παιδιά επίσης διαφέρουν από το «δύσκολο» μωρό ή το συνεσταλμένο παιδί έως το παιδί με τα μαθησιακά προβλήματα που γίνεται ο αποδιοπομπαίος τράγος της οικογένειας. Η παρέμβαση και η διαμεσολάβηση στην οικογένεια είναι ακόμη δυσκολότερες ενέργειες λόγω του «κοινού μυστικού» που συνοδεύει τέτοιες καταστάσεις, των ταμπού και της συνενοχής.

Τα τρία μοντέλα της παιδικής κακοποίησης

Υπάρχουν τρεις σκοπιές από τις οποίες μπορεί να θεωρηθεί η παιδική κακοποίηση:


α) Την ψυχιατρική / ψυχολογική σκοπιά που αφορά στο ενδοψυχικό περιβάλλον και το ψυχολογικό προφίλ των δραστών. Από αυτή τη σκοπιά, η ενσυναίσθηση (empathy) δηλαδή η ικανότητα να έρθει κανείς κοντά με τον άλλο, να τον καταλάβει και να επικοινωνήσει μαζί του, να βάλει τον εαυτό του στην ίδια θέση με αυτόν, ορίζεται ως το χαρακτηριστικό που μπορεί ευκρινώς να διαχωρίσει τους βάναυσους γονείς από τους υπόλοιπους. Φυσικά δεν είναι το μόνο χαρακτηριστικό.


β) Την κοινωνιολογική σκοπιά που ρίχνει φως στην κοινωνικοοικονομική κατάσταση της οικογένειας και το βιοτικό της επίπεδο, στη θέση και τη συμμετοχή της οικογένειας στην κοινότητα και στις ηθικές αξίες και αρχές που ενστερνίζεται η οικογένεια. Αυτή η σκοπιά εξετάζει και τη θέση της οικογένειας απέναντι στη βία, το πιθανό άγχος που μπορεί να πηγάζει από προβλήματα όπως είναι η ανεργία, η ανέχεια, ο αριθμός μελών που απαρτίζουν την οικογένεια και διαμένουν στο ίδιο σπίτι, όπως και την κοινωνική θέση των μελών σε σχέση με την κοινότητα στην οποία ζουν.


γ) Την σκοπιά που αφορά στη σχέση γονέα-παιδιού. Αυτή η τρίτη σκοπιά προέκυψε από τη διαπίστωση ότι αρκετοί γονείς δεν γνωρίζουν τον τρόπο να μεγαλώσουν τα παιδιά τους και η άσκηση βίας προς αυτά φαντάζει σε αυτούς ως το τελευταίο όπλο που έχουν στα χέρια τους προκειμένου να κάνουν τα παιδιά να πειθαρχήσουν. Πραγματικά, υπάρχουν κακοποιημένα παιδιά των οποίων οι γονείς - μετά από σχετική εκπαίδευση – καταφέρνουν να αλλάξουν τον τρόπο που διαχειρίζονταν τα πράγματα και, ως εκ τούτου, να αλλάξουν νοοτροπία και ζωή. Δυστυχώς όμως αυτές οι οικογένειες είναι μια μειοψηφία.

Η σεξουαλική κακοποίηση ως ξεχωριστή κατηγορία

Η σεξουαλική εκμετάλλευση - με την εξαίρεση του βιασμού και της αιμομιξίας - αναφέρεται στο DSM-IV στην κατηγορία Παιδοφιλία. Από την άλλη μεριά, η παιδοφιλία όπως ορίζεται στο εγχειρίδιο αφορά κάποιες μόνο περιπτώσεις σεξουαλικής εκμετάλλευσης / κακοποίησης, μια και τα περισσότερα θύματα παιδόφιλων φτάνουν στην ενηλικίωση προτού αποκαλυφθεί το έγκλημα. Σε κάθε περίπτωση, οι κατηγορίες για παιδοφιλία προκειμένου να επιβεβαιωθούν και να υπάρξει κατάλληλη αντιμετώπιση, απαιτείται η συνεργασία ενός αριθμού ειδικών (ιατρών, ψυχιάτρων, δικαστών, ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών κ.α) με εμπειρία σε θέματα σεξουαλικής κακοποίησης.


bottom of page