top of page
Αναζήτηση
  • Δέσποινα Λιμνιωτάκη, Ψυχολόγος MSc

Φροντιστές και ασθενείς με χρόνιες ασθένειες

Οι φροντιστές είναι οι πολυτιμότεροι συνεργάτες των ανθρώπων με χρόνιες ασθένειες: μπορούν συμβάλλουν στην καλυτέρευση της κατάστασης των αγαπημένων τους προσώπων, να αποκωδικοποιήσουν τα μηνύματα που στέλνουν οι ασθενείς, να αφουγκράζονται τις επιθυμίες των ασθενών και να λειτουργούν συνεργατικά προς τους επαγγελματίες υγείας.


Στην πορεία της ασθένειας οι φροντιστές πιάνουν τον εαυτό τους να στέκεται με δέος μπροστά στο πρόβλημα που αντιμετωπίζει το αγαπημένο τους πρόσωπο, όχι μόνο επειδή η επαναλαμβανόμενη συμπτωματολογία δοκιμάζει τις σωματικές και ψυχολογικές αντοχές τους, αλλά επειδή η εικόνα του ασθενούς τούς φέρνει αντιμέτωπους με τις δικές τους ανασφάλειες, τις ενοχές και τους φόβους για τη φθορά και τον αφανισμό, δηλαδή για το θάνατο και όλα αυτά που προηγούνται ή έπονται μιας απώλειας. Έτσι δημιουργείται μια παραφωνία ανάμεσα σε αυτό που επιθυμούν να κάνουν ως φροντιστές και αυτό που μπορούν - δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι τις ίδιες αντοχές και, αφετέρου, η ίδια η νόσος μπορεί να εξαντλήσει. Αυτή η παραφωνία αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που καλούνται να διαχειριστούν οι φροντιστές των ανθρώπων που πάσχουν από χρόνιες ασθένειες.


Τι μπορεί να γίνει;


Είναι σημαντικό να αγκαλιάσουμε την αλλαγή ως μια φυσική διαδικασία συνυφασμένη με την ωρίμανση του πνεύματος, του σώματος και της ψυχής. Μπορούμε να πενθήσουμε για τα πράγματα που έχουν αλλάξει και γι’ αυτά που δεν θα έρθουν πίσω ξανά. Η οικογένεια, στο σύνολό της, έχει την δύναμη να λειτουργήσει υποστηρικτικά, συνεπώς δεν ωφελεί να απομακρυνόμαστε από αυτή, στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε τη νέα πραγματικότητα. Με το να εμπιστευόμαστε τα συναισθήματά μας σε πρόσωπα που μας είναι οικεία και κοντινά, ο πόνος μετριάζεται, τα πράγματα φαίνονται με τον καιρό πιο ξεκάθαρα και παύουμε να αισθανόμαστε μόνοι.

Όταν το αγαπημένο μας πρόσωπο είναι τόσο άρρωστο που δυσκολεύεται να βρει τρόπους επικοινωνίας με μας, είναι στο χέρι μας να βρούμε εμείς τρόπους επικοινωνίας με αυτό. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις ανθρώπων που ξύπνησαν από κώμα και ανέφεραν πως μπορούσαν να «ακούσουν» με κάποιο τρόπο τον συγγενή τους να τους μιλάει στο προσκεφάλι τους. Κάποιος που δεν αντιδρά στο λόγο, δε σημαίνει πως δεν ακούει ή νοιώθει ή καταλαβαίνει ή αισθάνεται τη ζεστή παρουσία του ανθρώπου δίπλα του που προσπαθεί να επικοινωνήσει μαζί του. Δεν είναι όμως μόνο ο λόγος που επουλώνει τις τραυματισμένες σχέσεις: ένα άγγιγμα, ένα χάδι, η βοήθεια προς το αγαπημένο μας πρόσωπο είναι εξίσου σημαντικά. Πολλές φορές ξεχνάμε πως οι άνθρωποι δεν είναι μόνο σωματική ρώμη και ικανότητα για δουλειά – έχουν ψυχή, συναισθήματα, όνειρα, ανασφάλειες όπως όλοι και η ασθένεια με όλα τα επιμέρους προβλήματά της δεν τους βοηθάει να τα εκφράσουν εύκολα.

Μπορούμε να μετριάσουμε τον πόνο για τη σταδιακή απομάκρυνση του ανθρώπου μας, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες για τη διευκόλυνση της κατάστασής του όσο αυτός βρίσκεται στη ζωή, αντί να καθόμαστε σε μια γωνιά και να υιοθετούμε το ρόλο του θύματος. Κατά τους Στωικούς και μετέπειτα υπαρξιστές φιλόσοφους, η τελευταία, υπέρτατη προσωπική ελευθερία, είναι η επιλογή της στάσης που θα κρατήσουμε απέναντι στις προκλήσεις της ζωής και, ιδιαίτερα, απέναντι στο θάνατο.


Κι ακόμα:


Οι ασθενείς είναι ενήλικες


Αυτό σημαίνει ότι μπορούν ακόμη να παίρνουν αποφάσεις για τον εαυτό τους, εκτός αν το πρόβλημα υγείας τους εμποδίζει από το να το κάνουν. Έχουν άποψη για το τι είναι καλό και τι κακό γι’ αυτούς και επιθυμίες οι οποίες πρέπει να γίνονται σεβαστές. Η προσφορά βοήθειας πρέπει να γίνεται με σεβασμό στην προσωπικότητα και τα δικαιώματα αυτών των ανθρώπων, στη ζωή.


Πολύ συχνά, οι άνθρωποι που φροντίζουν κάποιους άλλους κάνουν περισσότερα πράγματα

γι’ αυτούς απ’ ότι χρειάζεται. Άθελά τους, οι βοηθοί παίρνουν πρωτοβουλίες και δεν αφήνουν τους ανθρώπους που φροντίζουν να τακτοποιήσουν τις υποθέσεις τους όπως μπορούν οι ίδιοι. Έτσι, δεν τους επιτρέπουν να κάνουν επιλογές ή τους καταργούν τις επιθυμίες. Μπορεί κάποια πράγματα να γίνονται γρηγορότερα και με πιο αποτελεσματικό τρόπο όταν τα αναλαμβάνει κάποιος άλλος, όμως δεν μπορούμε να καταδικάσουμε τα ασθενέστερα μέλη μιας κοινότητας σε αδράνεια. Αντίθετα, όταν τα ενθαρρύνουμε να πράττουν, τους αποδεικνύουμε την εμπιστοσύνη και την αποδοχή μας. Την επόμενη φορά που αποφασίσουμε να βοηθήσουμε κάποιον, θα ήταν καλό να τον ρωτήσουμε πρώτα αν πραγματικά θέλει τη βοήθεια μας και να αξιολογήσουμε το βαθμό στον οποίο τη χρειάζεται.


Δεσμευόμαστε να βοηθήσουμε στο βαθμό που πραγματικά μπορούμε


Καθώς οι άνθρωποι γίνονται πιο αδύναμοι, πολλές φορές αισθάνονται ότι χρειάζονται τη βοήθεια άλλων για να κάνουν κάποια πράγματα. Κανένας όμως δεν θα ήθελε να αποτελεί βάρος για την οικογένεια και τους συνανθρώπους του. Η εθελοντική βοήθεια πρέπει να είναι από καρδιάς και να μη δημιουργεί ενοχές στο άτομο που τη δέχεται. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να βοηθάμε στο βαθμό που πραγματικά μπορούμε και όχι να υποσχόμαστε πράγματα που δεν μπορούμε να πραγματοποιήσουμε. Να τους επισκεπτόμαστε όταν το έχουμε προγραμματίσει και να μην αθετούμε το λόγο μας. Να τους θυμόμαστε όταν αυτοί μας χρειάζονται περισσότερο, δηλαδή τις μοναχικές στιγμές της καθημερινότητάς τους, κι όχι μόνο όταν μας καλούν.


Να προσέχουμε τον εαυτό μας πριν προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε άλλους


Όλοι μας έχουμε κάποιες δύσκολες στιγμές κατά τις οποίες θα θέλαμε να ξεφύγουμε από μια δυσάρεστη καθημερινότητα και να κάνουμε ένα διάλειμμα από τις υποχρεώσεις μας. Σε αυτές στιγμές καλό θα ήταν να μην δεσμευτούμε να βοηθήσουμε κάποιον, όταν δηλαδή οι ίδιοι δεν αισθανόμαστε καλά. Υπάρχουν άνθρωποι γύρω μας που μπορεί να αντιμετωπίζουν πολύ πιο σοβαρά προβλήματα από μας και οι οποίοι έχουν την ανάγκη της απόλυτης αφοσίωσής μας. Αυτό μπορεί να είναι πολύ κουραστικό ή να γίνεται κουραστικό με τον καιρό. Δεν χρειάζεται να εξαντλούμε τον εαυτό μας στην προσπάθεια να προσφέρουμε, γιατί τότε η προσφορά μας δεν θα έχει καμία αξία και θα δημιουργεί σε μας και τους γύρω μας άγχος και δυσαρέσκεια. Ένα εξαντλημένο άτομο έχει περισσότερες πιθανότητες να κάνει λάθη, παραβλέψεις, να πάρει λάθος αποφάσεις ή να αντιδράσει άσχημα μπροστά σε ένα άτομο που δεν του φταίει σε τίποτα. Δεν είναι κακό να λέμε όχι σε πράγματα που δεν μπορούμε να αναλάβουμε, να κάνουμε διαλείμματα ή να ζητάμε τη συμβολή άλλων στη φροντίδα ενός ατόμου. Μόνο αυτοί που προσέχουν τον εαυτό τους, μπορούν πραγματικά να προσφέρουν.


Η οικογένειά μας δεν είμαστε μόνο εμείς


Όταν το άτομο που έχει την ανάγκη μας είναι στην πραγματικότητα μέλος της οικογένειάς μας, πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν μπορούμε να θεωρούμε τον εαυτό μας μοναδικό υπεύθυνο για την περιποίηση του. Κι αυτό, γιατί οι ευθύνες θα είναι τόσες πολλές που σύντομα θα κουραστούμε και θα αισθανθούμε δυσφορία. Έτσι θα κάνουμε το μέλος της οικογένειάς μας να αισθανθεί άσχημα και θα δημιουργηθούν προστριβές. Συνήθως, τα παιδιά μιας οικογένειας αναλαμβάνουν τη φροντίδα των γονιών τους. Όμως, συχνά, ούτε και αυτό είναι αρκετό. Αντίθετα, αυτά πρέπει να μεριμνήσουν ώστε να δημιουργηθεί ένα ισχυρό δίκτυο φροντίδας, στο οποίο θα συμμετέχουν με διάφορους τρόπους όλα τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, μικρά και μεγάλα, είτε ζουν κοντά, είτε μακριά από αυτό.


bottom of page