Αναζήτηση
'Ενα ειρωνικό σχόλιο στις απώλειες της ζωής μας
- Δέσποινα Λιμνιωτάκη, Ψυχολόγος MSc
- 30 Μαΐ
- διαβάστηκε 10 λεπτά
Έγινε ενημέρωση: 1 Ιουν
Η ταινία "Ένας Χωρισμός" (2011) του Ασγκάρ Φαραντί, σαν μια συνεδρία με ψυχολόγο τη Δέσποινα Λιμνιωτάκη, Συνιδρύτρια της The Healing Tree community for Mental Health
Στο φιλελεύθερο, φεμινιστικό σύμπαν του Ασγκάρ Φαραντί, είναι οι γυναίκες που αποφασίζουν.
Και ο «χωρισμός» του σκηνοθέτη - η αποστασιοποίηση του από τη στερεοτυπική θεώρηση της Ιρανικής κοινωνίας, οι εσωτερικές μάχες, τα «ηθικά λιοντάρια» στα οποία ρίχνει απροετοίμαστους τους ήρωες των ταινιών του, μαζί με τις αδιόρατες επιταγές του περιρρέοντος περιβάλλοντος στις οποίες αυτοί δεν είναι διατεθειμένοι να υποκύψουν - είναι προαποφασισμένος και επίμονος.
Η ταινία του Φαραντί «Ένας Χωρισμός» (2011), είναι ένα ειρωνικό σχόλιο σε όλες τις απώλειες από τις οποίες δοκιμάζεται ο πρωταγωνιστής της - ο Ναντέρ (Πέμαν Μοάντι) και η σύζυγος του Σιμίν (Λεϊλά Χατάμι), βρίσκονται αντιμέτωποι με την κρίσιμη απόφαση να φύγουν από το Ιράν ή να παραμείνουν, έτσι ώστε ο Ναντέρ να συνεχίσει να φροντίζει τον ηλικιωμένο πατέρα του, ο οποίος πάσχει από Αλτσχάιμερ. Ο Ναντέρ αλλάζει γνώμη σχετικά με την αναχώρηση τους από τη χώρα και οι δυο τους καταλήγουν μπροστά από ένα δικαστή που καλείται από τη Σιμίν να εκδώσει το διαζύγιο τους. Όπως θα κάνει και στο μέλλον ο Φαραντί, στην ταινία του «Ο Εμποράκος» (2016), η διάσταση δεν θα έρθει με τη μορφή δικαστικής ή άλλης διαταγής αλλά επειδή ο άνδρας-ήρωας θα αφήσει την ελεύθερη βούληση να δημιουργήσει μια αλυσίδα γεγονότων που θα φέρουν στην επιφάνεια τα όρια της αλήθειας, της προσωπικής ευθύνης και των υποχρεώσεων απέναντι στις προηγούμενες και τις επόμενες γενιές: οι επιλογές έχουν το τίμημα τους και αυτό είναι πάντα ένας μικρός ή μεγαλύτερος χωρισμός σε σχέση με το παρελθόν.
Ταυτόχρονα, η ταινία «Ένας Χωρισμός» παρουσιάζει το χάσμα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης και τον παραλογισμό της θεοκρατικής κοινωνίας (παρόλο που η τελική «λύση» έρχεται με τη μορφή «από μηχανής υπακοής» στο Θεό). Ο Ναντέρ και η Σιμίν ανήκουν στη μορφωμένη, αστική τάξη, με πρόσβαση στη δικαιοσύνη, στην εκπαίδευση και στην κοινωνική ορατότητα, ενώ η Ραζιέχ (Σαρέτ Μπαγιάτ) και ο άντρας της Χοτζάτ (Σαχάμπ Χοσεϊνί), εκπροσωπούν τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, παγιδευμένα σε οικονομικά προβλήματα και θεσμική αδυναμία. Αυτή η ανισότητα καταγγέλλεται έμμεσα («Την εποχή εκείνη, οι άνθρωποι χωρίζονταν σε δύο τάξεις, στην προνομιούχα ανώτερη τάξη και στους κοινούς ανθρώπους» διαβάζει το μάθημα της η κόρη του ζευγαριού Τεμέ, 1:08) αλλά καθορίζει την ένταση, τις παρεξηγήσεις και τελικά την αδυναμία επικοινωνίας μεταξύ των δύο κόσμων. Ο Φαραντί αναδεικνύει το πώς η αλήθεια και η αξιοπρέπεια βιώνονται με εντελώς διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με τη θέση του καθενός στην κοινωνική πυραμίδα.

Η Αδιατάρακτη Καθημερινότητα (Pure Set Up – 1η σεκάνς)
Στην αδιατάρακτη – διαταραγμένη καθημερινότητα του Ναντέρ και της Σιμίν, ο χώρος ενός δικαστηρίου είναι το φυσικό σκηνικό κόντρα στο οποίο ξεδιπλώνεται το βασικό, ηθικό δίλημμα της ταινίας και ο κοινωνικός περίγυρος που τους πλαισιώνει.
Το ζευγάρι βρίσκεται εκεί προκειμένου η Σιμίν να βρει «λύση στο πρόβλημα της», να εξαναγκάσει δηλαδή τον σύζυγο της Ναντέρ να την ακολουθήσει στην έξοδο από τη χώρα, μια έξοδο που έτσι ή αλλιώς σχεδίαζαν κατά το παρελθόν οι δυο τους, με τη διαφορά ότι ο Ναντέρ δεν το επιθυμεί πια καθώς θέλει να μείνει πίσω για να φροντίσει τον πατέρα του που πάσχει από Αλτσχάιμερ. ‘Εξοδος από τη χώρα ή έξοδος από τον γάμο, είναι το αρχικό δίλημμα που πρέπει να διαχειριστεί ο ήρωας μας, «Υπέβαλες αίτηση διαζυγίου, με έσυρες εδώ και μου κατέστρεψες τη ζωή» (2:20) ισχυρίζεται αυτός ο «καλός και αξιοπρεπής» άνθρωπος (σύμφωνα με τα λόγια της Σιμίν, 1:49) που έχει αποφασίσει ήδη να μην ξενιτευτεί, με κίνδυνο τη διάλυση της οικογένειας του: τα όρια της καλοσύνης και της αξιοπρέπειας θα θολώσουν πολλές φορές μέσα στην ταινία που βρίθει από τα μυστικά και τα ψέματα των χαρακτήρων της.
Η σεκάνς κορυφώνεται στο βασικό ερώτημα (Narrative Hook) που θα κληθεί ο θεατής να απαντήσει στο τέλος της ταινίας (επειδή ο Φαραντί δεν προτίθεται να το απαντήσει για λογαριασμό του): «Όλα τα άλλα παιδιά σε αυτή τη χώρα; Έχουν αυτά μέλλον κυρία;» 3:26) ρωτάει ο δικαστής τη Σιμίν που λέει ότι δεν θέλει το παιδί της να μεγαλώσει υπό τις συνθήκες που επικρατούν στο Ιράν. Σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, θα γίνουμε μάρτυρες αυτών των «συνθηκών», των χαοτικών ψυχοκοινωνικών διαφορών των χαρακτήρων της ταινίας, των κοινωνικοπολιτικών αναφορών της και της θεοκρατικής κουλτούρας που δίνει «λύσεις» εκεί που αποτυγχάνει η δικαιοσύνη, η επιστήμη και η ορθή λογική. Είναι όμως η εσωτερική συνθήκη του ήρωα που πραγματικά θα επηρεάσει τη συνέχεια, ο τρόπος με τον οποίο αυτός προσπαθεί να βιώσει τον κόσμο. Και σε αυτή την ταινία, ο Φαραντί προσπαθεί να σπάσει τα δεσμά που επιβάλλει ο περίγυρος, δημιουργώντας πρωταγωνιστές που αγαπούν αλλά δεν γνωρίζουν το πώς να διαχειριστούν την ελευθερία τους.
Η σεκάνς της αμφιταλάντευσης (Collision Sequence – 2η σεκάνς)
Η Σιμίν φεύγει από το σπίτι και ο Ναντέρ προσλαμβάνει τη Ραζιέχ ως φροντίστρια του πατέρα του (Plot Point 1). Σε αυτή τη σεκάνς, η αφήγηση μετατοπίζεται σε ένα νέο, καθημερινό πλαίσιο ενώ εμφανίζεται ο χαρακτήρας που θα πυροδοτήσει τη σύγκρουση και θα βάλει τον πρωταγωνιστή στο ταξίδι με τις επικίνδυνες ατραπούς . Εδώ έχουμε επίσης την αλλαγή της ιστορίας που από δράμα σχέσης γίνεται ηθικό, προσωπικό δράμα με νομικές προεκτάσεις. Ο δρόμος χωρίς επιστροφή, έχει ξεκινήσει.
3η σεκάνς και Pinch1
Η Ραζιέχ παλεύει με τα δικά της διλήμματα σχετικά με τη φροντίδα του πατέρα του Ναντέρ και την ηθική της υπόσταση ως μουσουλμάνα, σύζυγος (που μάλιστα έχει αποκρύψει από τον άνδρα της το ότι θα πάει να δουλέψει) και μητέρα μιας κόρης και ενός εμβρύου, που αργότερα στην ιστορία αναφέρεται ως αρσενικό. Μετά την πρώτη ημέρα εργασίας, η Ραζιέχ δηλώνει στον Ναντέρ ότι δεν μπορεί να συνεχίσει, αφενός επειδή το σπίτι του είναι πολύ μακριά, αφετέρου επειδή δεν είναι σωστό για εκείνη να καθαρίζει τον πατέρα του (μαθαίνουμε σε αυτό το σημείο ότι ο πατέρας λερώθηκε για πρώτη φορά). Η Ραζιέχ προτείνει το να έρχεται ο σύζυγος της στη θέση της, ωστόσο αυτό δεν συμβαίνει ποτέ. Εδώ βλέπουμε τη δύσκολη θέση της Ραζιέχ, η οποία είναι χωρίς λεφτά και παγιδευμένη με έναν άπραγο σύζυγο που χρωστάει σε δανειστές και έχει προβλήματα με τον νόμο. Βλέπουμε επίσης να «στρώνεται» ένα σκηνικό-προοίμιο του τι πρόκειται να συμβεί: γλιστερές σκάλες, κούραση της εγκύου εργαζομένης, γέρος πατέρας τον οποίο κάποιος δεν μπορεί να αφήσει από τα μάτια του.
Στην κορύφωση της 3ης σεκάνς (Pinch1), ο πατέρας του Ναντέρ ξεφεύγει από την προσοχή της Ραζιέχ και αυτή βγαίνει στον πολυσύχναστο από αυτοκίνητα δρόμο για να τον αναζητήσει. Η αναζήτηση της έχει ευνοϊκή κατάληξη για εκείνη και, έμμεσα, για τον πρωταγωνιστή. Αλλά με ποιο τίμημα; Το «τσίμπημα» της σκηνής προοικονομεί το μελλοντικό περιστατικό, αφήνει υπόνοιες για την έλλειψη επαγγελματισμού της Ραζιέχ και επαναφέρει την απειλή που αιωρείται πάνω από το κεφάλι του Ναντέρ σχετικά με την φροντίδα του πατέρα του και την αδυναμία του να αφήσει τη χώρα.
4η σεκάνς και Mid Point
Τα πράγματα για τον ήρωα πηγαίνουν φαινομενικά καλά. Όλοι μαζί, με την κόρη της Ραζιέχ παρέα, παίζουν ποδοσφαιράκι χαρούμενοι. Η δική του κόρη μοιάζει να έχει προσαρμοστεί στην αναχώρηση της μητέρας της. Στο διπλανό όμως δωμάτιο, η Ραζιέχ ζαλίζεται. Έχει τάσεις λιποθυμίας στο λεωφορείο για το σπίτι της. Την επόμενη ημέρα καθυστερεί να πάει στην εργασία της, η γειτόνισσα την ρωτάει γι’ αυτή την καθυστέρηση καθώς και για τα σκουπίδια στη σκάλα. Όταν ο Ναντέρ επιστρέφει στο σπίτι, βρίσκεται μπροστά σε μια τραγική πραγματικότητα: ο πατέρας του είναι λιπόθυμος στο πάτωμα, δεμένος από τα χέρια στο κρεβάτι του. Η Ραζιέχ και οι κόρη της είναι άφαντες.
Όταν η Ραζιέχ επιστρέφει, δημιουργείται ένταση με τον Ναντέρ και αυτός, μέσα στα νεύρα του, τη διώχνει από το σπίτι. Η Ραζιέχ προσπαθεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της και να πάρει το μεροκάματο της. Επιστρέφει στο διαμέρισμα του Ναντέρ ζητώντας τα δεδουλευμένα της. Σε μια κορύφωση της διαφωνίας τους, ο Ναντέρ τη σπρώχνει έξω από την πόρτα (Midpoint). Αυτή η πράξη θα αλλάξει και τη φορά της πορείας του. Η Ραζιέχ θα κατηγορήσει τον Ναντέρ για αποβολή και η σύγκρουση πλέον περνάει σε θεσμικό επίπεδο.
Σημαντική λεπτομέρεια στο 46:00 λεπτό – το κλάμα του Ναντέρ ενώ πλένει τον εξασθενημένο πατέρα του. Καθώς στην ταινία η σύζυγος του θα τον κατηγορήσει για απάθεια και ότι αυτός δεν προσπάθησε να την κρατήσει («και σιγά μην τον ένοιαξε που έφυγα» λέει η Σιμίν στο 1:03:46 και «Δεν είπε καν ‘μη φεύγεις, μη με αφήνεις, δεν θέλω να χωρίσουμε’» στο 1:04:33), εδώ έχουμε μία και μοναδική σκηνή στην οποία ο πρωταγωνιστής επιτρέπει στα συναισθήματα του να τον συνεπάρουν ενόσω είναι μόνος, μακριά από τα βλέμματα της συζύγου και της κόρης του. Είναι πράγματι αδιαφορία αυτό που εισπράττει η Σιμίν ή μια ύψιστη πράξη ελευθερίας, κόντρα στα πατριαρχικά πρότυπα με τα οποία ο άνδρας αποφασίζει για την τύχη της συζύγου του;
5η σεκάνς και Pinch 2
Ο Ναντέρ κατηγορείται ότι, με το βίαιο σπρώξιμο του, προκάλεσε την αποβολή της Ραζιέχ. Αυτό τον επιστρέφει στους αδιέξοδους διαλόγους με τη σύζυγο του που επιμένει να ζει στο σπίτι των γονιών της. Οι δυο τους αποφασίζουν να επισκεφτούν τη Ραζιέχ στο νοσοκομείο. Με την αποκάλυψη της αλήθειας της εργασίας της Ραζιέχ στον σύζυγο της, το πράγμα βγαίνει εκτός ελέγχου και αρχίζει ένα γαϊτανάκι αλληλοκατηγοριών και κατοπινών δικαστικών σκηνών που οδηγούν το σύζυγο της Ραζιέχ, Χοτζάτ, στο να καταρρεύσει ψυχικά. Ταυτόχρονα, τα όρια ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα γίνονται ολοένα και περισσότερο δυσδιάκριτα. Σε αυτή τη σεκάνς, καταλαβαίνουμε ότι ο Ναντέρ δεν αντιπαλεύεται μόνο τον Χοτζάτ ή το δικαστήριο αλλά ένα σύστημα κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων που συνθλίβει τους αδύναμους και φλερτάρει με τη βία. Η Ραζιέχ αρχίζει να αμφισβητεί την δική της εκδοχή της ιστορίας: πώς μια μικρή αλλαγή στην πληροφορία, μπορεί να προκαλέσει μεγάλο κακό.
Ο Ναντέρ περνάει τη βραδιά του στη φυλακή εν μέσω διαμαρτυριών για το γεγονός ότι ο πατέρας του έχει μείνει μόνος στο σπίτι. Τηλεφωνεί στην κόρη του Τερμέ ότι θα χρειαστεί να μείνει μόνη για ένα βράδυ. Εδώ έχουμε το Pinch 2 καθώς η μοίρα του παππού για την οποία τόσο νοιάζεται ο Ναντέρ βρίσκεται σε κίνδυνο σε περίπτωση που ο Ναντέρ καταδικαστεί. Η Τερμέ κατηγορεί τη μητέρα της ότι τίποτα από τα παραπάνω δεν θα είχαν συμβεί, αν η μητέρα δεν επέμενε να φύγει. Είναι η πρώτη σκηνή στην ταινία στην οποία ουσιαστικά η ανήλικη κοπέλα θα κληθεί να φερθεί ως ενήλικας, στη θέση των γονιών της (η επόμενη φορά θα είναι το τέλος της ταινίας στο οποίο οι ενήλικες θα μετατοπίσουν το βάρος αυτής της ενηλικότητας στο παιδί τους). Οι ισορροπίες δεν κινδυνεύουν μόνο από ένα διαζύγιο αλλά από μια ολοκληρωτική απουσία των γονιών. Κατά που «πέφτει» το ηθικό βάρος; Ο θεατής αναρωτιέται. Το τηλέφωνο της Σιμίν χτυπά καθώς κατευθύνεται με τον παππού στο σπίτι των γονιών της; Να είναι η κόρη της που φοβάται να μείνει μόνη αλλά που αρνείται να αφήσει ακυβέρνητο το «κάστρο» που έφτιαξε ο πατέρας της;
6η σεκάνς (Plot Point 2)
Comments